Τελευταία Ενημέρωση: 11/7/2024
Τα τελευταία διακόσια χρόνια, τα ορυκτά καύσιμα ήταν ο κινητήριος μοχλός της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης. Η ηλεκτροδότηση, η θέρμανση, οι μεταφορές και πολλές βιομηχανικές διαδικασίες στηρίχθηκαν στην καύση λιγνίτη, φυσικού αερίου και άλλων ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ενέργειας. Ωστόσο, αυτή η πραγματικότητα αλλάζει δραστικά.
Η στροφή σε βιώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η ηλιακή, η αιολική και η υδροηλεκτρική, είναι πλέον αναγκαία λόγω των περιβαλλοντικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και της ανάγκης μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Παράλληλα, η τεχνολογική πρόοδος και η πτώση του κόστους παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές καθιστούν αυτές τις επιλογές πιο ελκυστικές και αποδοτικές.
Η περιβαλλοντική προστασία δεν είναι το μοναδικό κίνητρο για την ενεργειακή μετάβαση. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν απαιτούν πρωτογενή υλικά, μειώνοντας σημαντικά την ενεργειακή εξάρτηση μιας χώρας. Για πολλούς λόγους, οι ΑΠΕ αποτελούν ιδανική λύση για το μέλλον της ενέργειας [1].
Στην Ελλάδα, η αυξανόμενη χρήση ΑΠΕ οδηγεί σε ουσιαστική ενεργειακή μετάβαση, με πάνω από το 50% της ηλεκτρικής ενέργειας να παράγεται πλέον από ανανεώσιμες πηγές. Αυτή η στρατηγική προσφέρει σημαντικά οφέλη τόσο στην οικονομία όσο και στην ενεργειακή ασφάλεια της χώρας.
Το λήμμα εστιάζει στην ηλεκτρική ενέργεια, όχι στο σύνολο της ενέργειας που καταλώνει η Ελλάδα.
Το 2023, η Ελλάδα παρήγαγε το 50,1% της ηλεκτρικής της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΑΠΕ). Το ποσοστό αυτό είναι διπλάσιο σε σύγκριση με το 2013. Η Ελλάδα αυξάνει με ταχείς ρυθμούς την παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ, μειώνοντας ταυτόχρονα σημαντικά την εξάρτησή της από τον λιγνίτη και το φυσικό αέριο. Το 2013, το 75% της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προερχόταν από ορυκτά καύσιμα, ενώ το 2023 το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 49,9%. Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε στην παραγωγή ηλιακής και αιολικής ενέργειας. Ο στόχος της Ελλάδας είναι να παράγει το 80% της ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ έως το 2030 [2].
Τα τελευταία πέντε χρόνια παρατηρείται σημαντική αύξηση στη συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η ηλιακή ενέργεια αυξάνεται εκθετικά, φτάνοντας τις 9,39 τεραβατώρες, από 3,79 το 2018 και αντιπροσωπεύοντας το 19% της συνολικής παραγωγής. Αντίστοιχα, η αιολική ενέργεια αυξήθηκε από 6,3 τεραβατώρες το 2018 σε 10,91 το 2023, καλύπτοντας το 22% της παραγωγής.
Η υδροηλεκτρική ενέργεια, με 3,87 τεραβατώρες το 2023, συνέβαλε κατά 7,8% στην παραγωγή. Αντίθετα, ο λιγνίτης σημείωσε δραματική πτώση, μειωμένο από 17,19 τεραβατώρες το 2018 στις 4,7 το 2023, αντιπροσωπεύοντας μόλις το 9,6% της παραγωγής.
Τέλος, η ενέργεια από φυσικό αέριο αυξήθηκε ελαφρώς, φτάνοντας τις 15,6 τεραβατώρες το 2023, σε σύγκριση με τις 14,09 το 2018, και καλύπτοντας το 31,7% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Η Ελλάδα παρουσιάζει έναν από τους ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συγκεκριμένα, το 2023 κατείχε την 3η θέση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά (19%), πίσω μόνο από το Λουξεμβούργο (24,6%) και τη Μάλτα (20,6%), και πολύ πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. (9,3%). Η Ισπανία παράγει το 16,7%, η Ιταλία το 11,8% και η Πορτογαλία το 10,2%.
Η Ελλάδα βρίσκεται επίσης σε υψηλή θέση στην παραγωγή ηλεκτρισμού από ανεμογεννήτριες, καλύπτοντας το 22% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολική ενέργεια. Στην κορυφή της λίστας βρίσκεται η Δανία (58%), ακολουθούμενη από τη Λιθουανία (45,5%) και το Λουξεμβούργο (43%).
Ωστόσο, η Ελλάδα καταλαμβάνει σημαντική θέση και στην παραγωγή ενέργειας από φυσικό αέριο, με ποσοστό 31,7%, κατατασσόμενη 5η στην Ε.Ε., πίσω από τη Μάλτα (78%), την Ιρλανδία (39%), την Ιταλία (45%) και την Ολλανδία (38%). Η υψηλή εξάρτηση από το φυσικό αέριο είναι ένας σημαντικός λόγος που οι τιμές του ρεύματος είναι τόσο υψηλές.
Η Ελλάδα επωφελείται σημαντικά από τη γεωγραφική της θέση και το κλίμα της για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Ως αποτέλεσμα, έχει αυξήσει σημαντικά την παραγωγική της ικανότητα τα τελευταία πέντε χρόνια.
Η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων έχει αυξήσει την παραγωγική ισχύ κατά 2,5 φορές από το 2008, με τη χώρα να διαθέτει πλέον τη δυνατότητα παραγωγής 7 GW ηλεκτρικής ενέργειας από ηλιακή ενέργεια.
Παράλληλα, η εγκατάσταση ανεμογεννητριών έχει οδηγήσει σε παραγωγική ικανότητα 5,2 GW, σημειώνοντας αύξηση 80% σε σύγκριση με το 2018. Αυτή η εξέλιξη επιτρέπει στην Ελλάδα να μειώσει την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη, η οποία έχει σημειώσει μείωση 34% τα τελευταία πέντε χρόνια.
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν έχουν την ίδια απόδοση με τα ορυκτά καύσιμα, καθώς η παραγωγή τους εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες. Γι’ αυτόν τον λόγο, απαιτείται μεγαλύτερη παραγωγική ισχύς για να παραχθεί η ίδια ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα.
Για τη μέτρηση της ενεργειακής απόδοσης χρησιμοποιείται ο δείκτης Απόδοσης Παραγωγής (Capacity Factor), ο οποίος υπολογίζει τον λόγο της πραγματικής παραγωγής σε σχέση με την παραγωγή που θα υπήρχε αν οι μονάδες λειτουργούσαν σε πλήρη ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους [3]. Συγκεκριμένα, ο δείκτης υπολογίζεται διαιρώντας την πραγματική παραγωγή (σε γκιγκαβατώρες GWH), με την θεωρητικά μέγιστη παραγωγή (παραγωγική ισχύς (GW) x 365 x 24).
Τα ορυκτά καύσιμα, όπως ο λιγνίτης και το φυσικό αέριο, τα οποία βασίζονται στην καύση και δεν επηρεάζονται από τις καιρικές συνθήκες, εμφανίζουν υψηλούς δείκτες απόδοσης (>70%). Αντίθετα, οι ΑΠΕ, όπως η αιολική και η ηλιακή ενέργεια, έχουν χαμηλότερους δείκτες (~20-25% και 10-25%, αντίστοιχα) [4].
Στην Ελλάδα, το 2023, η απόδοση της ηλιακής ενέργειας ήταν 15,2%, ενώ της αιολικής ενέργειας 23,9%.
Η παραγωγή ηλιακής ενέργειας βασίζεται στην ηλιακή ακτινοβολία, η οποία κορυφώνεται κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Στην Ελλάδα, η παραγωγή φτάνει στο μέγιστο μεταξύ Ιουνίου και Οκτωβρίου.
Αντίθετα, η παραγωγή αιολικής ενέργειας παραμένει σχετικά σταθερή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με την κορύφωση το 2023 να σημειώνεται τον Αύγουστο.
Τα δεδομένα για τα γραφήματα αυτού του λήμματος προέρχονται από το Ember Energy και είναι διαθέσιμα ελεύθερα στο GitHub.
[1] Halmaciu, Ioana & Ionel, Ioana. (2023). Could renewable sources achieve an energy independence?. Journal of Research and Innovation for Sustainable Society. 5. 32-43. 10.33727/JRISS.2023.1.4:32-43.
[2] Aposporis, H. (2022, November 15). Greece targets 80% from renewables by 2030 with 28 GW plus 7 GW storage. balkangreenenergynews.com. Retrieved September 21, 2024, from https://balkangreenenergynews.com/greece-targets-80-from-renewables-by-2030-with-28-gw-plus-7-gw-storage/
[3] Loumakis S, Giannini E, Maroulis Z. Renewable Energy Sources Penetration in Greece: Characteristics and Seasonal Variation of the Electricity Demand Share Covering. Energies. 2019; 12(12):2441. https://doi.org/10.3390/en12122441
[4] Jānis Krūmiņš, Māris Kļaviņš, Investigating the Potential of Nuclear Energy in Achieving a Carbon-Free Energy Future, Energies, 16, 9, (3612), (2023). https://doi.org/10.3390/en16093612
Το παρόν άρθρο μπορεί να αναφερθεί ως:
Δημήτρης Μιχαηλίδης (2024) - "Παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας και Ενεργειακή Μετάβαση" Δημοσιεύθηκε στο GreeceInFigures.com. Πηγή: 'https://greeceinfigures.com/paragogi-ilektrikis-energeias'
BibTeX:
@article{gif-paragogi-ilektrikis-energeias,
author = {Δημήτρης Μιχαηλίδης},
title = {Παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας και Ενεργειακή Μετάβαση},
journal = {Greece in Figures},
year = {2024},
note = {https://greeceinfigures.com/paragogi-ilektrikis-energeias}
}
Για να λαμβάνεις τα γραφήματα και τις αναλύσεις μας μέσω email.